MIA> Ελληνικά> Β.Ι. Λένιν> Έργα>

Β.Ι. Λένιν:

Κράτος κι Επανάσταση

Κεφάλαιο 2: Η πείρα του 1848-1851

1. ΟΙ ΠΑΡΑΜΟΝΕΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Τα πρώτα συγγράμματα του ώριμου μαρξισμού, η «Αθλιότητα της φιλοσοφίας» και το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», αναφέρονται ακριβώς στις παραμονές της επανάστασης του 1848. Για το λόγο αυτό, δίπλα στην έκθεση των γενικών βάσεων του μαρξισμού, έχουμε, εδώ ως ένα βαθμό και το καθρέφτισμα της τοτινης συγκεκριμένης επαναστατικής κατάστασης, και γι' αυτό θα είναι ίσως πιο σκόπιμο να δούμε τι λένε οι συγγραφείς αυτών των έργων για το κράτος αμέσως πριν βγάλουν τα συμπεράσματα τους από την πείρα του 1848-1851

... «Στην πορεία της εξέλιξης - γράφει ο Μαρξ στην «Αθλιότητα της φιλοσοφίας» - η εργατική τάξη θα βάλει στη θέση της παλιάς αστικής κοινωνίας μιαν ένωση, που αποκλείει τις τάξεις και την αντίθεση τους, και δε θα υπάρχει πια καμιά καθαυτό πολιτική εξουσία, γιατί ακριβώς η πολιτική εξουσία είναι η επίσημη έκφραση της ταξικής αντίθεσης μέσα στην αστική κοινωνία» (σελ. 182 της γερμ. έκδ, του 1885).

Είναι διδακτικό μ' αυτή τη γενική διατύπωση της σκέψης για την εξαφάνιση του κράτους ύστερα από την εξάλειψη των τά­ξεων να παραβάλουμε όσα έγραψαν ο Μαρξ και ο Ένγκέλς λίγους μήνες αργότερα -και συγκεκριμένα το Νοέμβρη του 1847- στο «Κομμουνιστικό Μανιφεστο»:

... «Χαράζοντας τις πιο γενικές φάσεις της εξέλιξης του προλεταριάτου, παρακολουθήσαμε τον λίγο-πολύ κρυφό εμφύλιο πόλεμο μέσα στην υπάρχουσα κοινωνία, ίσαμε το σημείο που ο πόλεμος αυτός ξεσπάει σε ανοιχτή επανάσταση, και το προλεταριάτο εγκαθιδρύει την κυριαρχία του με το βίαιο γκρέμισμα της αστικής τάξης» ...

«Είδαμε κιόλας πιο πάνω, ότι το πρώτο βήμα στην εργατική επανάσταση είναι η μετατροπή» (επι λέξη: η ανύψωση) «του προλεταριάτου σε κυρίαρχη τάξη, η κατάχτηση της δημοκρατίας».

«Το προλεταριάτο θα χρησιμοποιήσει την πολιτική του κυριαρχία για ν' αποσπάσει βαθμιαία από την αστική τάξη όλο το κεφάλαιο, για να συγκεντρώσει όλα τα εργαλεία πα­ραγωγής στα χέρια του κράτους, δηλαδή του οργανωμένου σαν κυρίαρχη τάξη προλεταριάτου, και για να αυξήσει όσο μπορεί πιο γρήγορα τη μάζα των παραγωγικών δυνάμεων» (σελ. 31 και 37 της 7ης γερμ. έκδ. του 1906).

Εδώ βλέπουμε να διατυπώνεται μια από τις πιο αξιόλογες και πιο σπουδαίες ιδέες του μαρξισμού στο ζήτημα του κράτους, και συγκεκριμένα η ιδέα της «δικτατορίας του προλεταριάτου» (όπως άρχισαν να εκφράζονται ο Μαρξ κι ό Ένγκελς ύστερα από την Παρισινή Κομμούνα), και κατόπιν ό εξαιρετικά ενδιαφέρον ορισμός του κράτους, που κι αυτός ανήκει στα «λησμονημένα λόγια» του μαρξισμού. «Το κράτος, δηλαδή το οργανωμένο σε κυρίαρχη τάξη προλεταριάτο».

Ο ορισμός αυτός του κράτους όχι μόνο δεν έχει εξηγηθεί ποτέ στην κυριαρχούσα προπαγανδιστική και διαφωτιστική φιλoλογία των επίσημων σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων. Κάτι παρα­πάνω. Ίσα-ίσα λησμονήθηκε, γιατί είναι εντελώς ασυμβίβαστος με το ρεφορμισμό, γιατί χτυπάει κατάμουτρα τις συνηθισμένες οπορτουνιστικές προλήψεις και τις μικροαστικές αυταπάτες σχετικά με την «ειρηνικη εξέλιξη της δημοκρατίας».

Στο προλεταριάτο χρειάζεται το κράτος - αυτό το επανα­λαβαίνουν όλοι οι οπορτουνιστές, οι σοσιαλσωβινιστές και οι καουτσκιστές, βεβαιώνοντας πως τέτοια είναι η διδασκαλία του Μαρξ και "λησμονώντας" να προσθέσουν ότι, πρώτο, κατά τον Μαρξ, στο προλεταριάτο χρειάζεται μόνο ένα κράτος που απονεκρώνε­ται, δηλαδή έτσι συγκροτημένο, που ν' αρχίσει αμέσως ν' απονεκρώνεται και που να μην μπορεί παρά ν' απονεκρώνεται. Και δεύτερο, οι εργαζόμενοι χρειάζονται το «κράτος», «δηλαδή το οργανωμένο σε κυρίαρχη τάξη προλεταριάτο».

Το κράτος είναι ιδιαίτερη οργάνωση δύναμης, είναι η οργάνωση της βίας για την καταπίεση κάποιας τάξης. Και ποιά τάξη πρέπει να καταπιέζεται από το προλεταριάτο; Φυσικά, μόνο η τάξη των εκμεταλλευτών, δηλαδή η αστική τάξη. Οι εργαζόμενοι χρειάζονται το κράτος μόνο για να καταπνίγουν την αντίσταση των εκμεταλλευτών, και μόνο το προλεταριάτο είναι σε θέση να κατευθύνει αυτή την κατάπνιξη, να την πραγματοποιεί, γιατί εί­ναι η μοναδική ίσαμε το τέλος επαναστατική τάξη, η μοναδική τάξη που είναι ικανή να συνενώσει όλους τους εργαζόμενους και εκμεταλλευόμενους στην πάλη ενάντια στην αστική τάξη, για τον ολοκληρωτικό παραμερισμό της.

Οι εκμεταλλεύτριες τάξεις χρειάζονται την πολιτική κυριαρ­χία για να διατηρούν την εκμετάλλευση, δηλαδή για τα ιδιοτελή συμφέροντα μιας μηδαμινής μειοψηφίας, ενάντια στην τεράστια πλειοψηφία του λαού. Οι εκμεταλλευόμενες τάξεις χρειάζονται την πολίτικη κυριαρχία για να εξαλείψουν ολοκληρωτικά κάθε εκμετάλλευση, δηλαδή για τα συμφέροντα της τεράστιας πλειοψηφίας του λαού, ενάντια στη μηδαμινή μειοψηφία των σύγχρο­νων δουλοχτητών, δηλαδή των τσιφλικάδων και των κεφαλαιoκρατών.

Οι μικροαστοί δημοκράτες, αστοί οι δήθεν σοσιαλιστές, που αντικατάστησαν τον ταξικό αγώνα με ονειροπολήματα για την ομοφωνία των τάξεων, φαντάστηκαν με ονειροπόλο τρόπο και το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό, όχι σαν ανατροπή της κυριαρχίας της εκμεταλλεύτριας τάξης, αλλά σαν ειρηνική υποταγή της μειoψηφίας στην πλειοψηφία που ένιωσε τα καθήκοντα της. Αυτή η μικροαστική ουτοπία, που συνδέεται αδιάσπαστα με την αναγνώ­ριση του υπερταξικού κράτους, στην πράξη οδηγούσε στη προδο­σία των συμφερόντων των εργαζόμενων τάξεων, όπως το έδειξε λ.χ. η ιστορία των γαλλικών επαναστάσεων του 1848 και 1871, όπως το έδειξε η πείρα της σοσιαλιστικης συμμέτοχης στις αστικές κυβερνήσεις της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και άλλων χωρών στα τέλη του ΧΙΧ και στις αρχές του ΧΧ αιώνα.

Ο Μαρξ σ' όλη του τη ζωή πάλαιβε ενάντια σ' αυτό τον μικροαστικό σοσιαλισμό, που τον ανασταίνουν σήμερα στη Ρωσία τα κόμματα των εσέρων και μενσεβίκων. Τη διδασκαλία για την πάλη των τάξεων ο Μαρξ την ανάπτυξε με συνέπεια ως τη διδασκαλία, για την πολίτικη εξουσία, για το κράτος.

Η κυριαρχία της αστικής τάξης μπορεί ν' ανατραπεί μόνον από το προλεταριάτο, σαν ιδιαίτερη τάξη, που οι οικονομικοί όροι της ύπαρξης του το προετοιμάζουν γι' αυτή την ανατροπή, του δίνουν τη δυνατότητα και τη δύναμη να την πραγματοποιήσει. Ενώ η αστική τάξη, από τη μια μεριά, κομματιάζει, σκορπίζει την αγροτιά και όλα τα μικροαστικά στρώματα, από την άλλη, συσπειρώνει, συνενώνει, οργανώνει το προλεταριάτο. Mόνο το προλεταριάτο είναι ικανό -χάρη στον οικονομικό του ρόλο στη μεγάλη παρα­γωγή- να είναι ο ηγεμόνας όλων τον εργαζόμενων και εκμεταλλευόμενων μαζών, που η αστική τάξη τις εκμεταλλεύεται, τις κρατάει στο ζυγό, τις πιέζει συχνά όχι λιγότερο, αλλά περισσό­τερο από τους προλετάριους, μα που δεν είναι ικανές να διεξάγουν έναν αυτοτελή αγώνα για την απελευθέρωση τους.

Η διδασκαλία για την πάλη τον τάξεων, που την εφάρμοσε ο Μαρξ στο ζήτημα του κράτους και της σοσιαλιστικής επανά­στασης, οδηγεί αναγκαστικά στην αναγνώριση της πολιτικής κυριαρχίας του προλεταριάτου, της δικτατορίας του, δηλαδή της εξουσίας, που δεν τη μοιράζεται με κανένα και που στηρίζεται άμε­σα στην ένοπλη δύναμη των μαζών. Η ανατροπή της αστικής τάξης μπορεί να πραγματοτοιηθεί μόνο με τη μετατροπή του προλεταριάτου σε κυρίαρχη τάξη, ικανή να καταπνίξει την ανα­πότρεπτη, απεγνωσμένη αντισταση της αστικής τάξης και να οργανώσει όλες τις εργαζόμενες κι εκμεταλλευόμενες μάζας για το νέο τρόπο συγκρότησης της οικονομίας.

Το προλεταριάτο χρειάζεται την κρατική εξουσία, τη συγκεν­τρωτική οργάνωση της δύναμης, την οργάνωση της βίας και για την κατάπνιξη της αντίστασης τον εκμεταλλευτών και για την καθοδήγηση της τεράστιας μάζας τος πληθυσμού, της αγροτιάς, τον μικροαστών, τον μισοπρολετάριων για «να στρώσει» τη σo­σιαλιστική οικονομία.

Ο μαρξισμός, διαπαιδαγωγώντας το εργατικό κόμμα, διαπαιδαγωγεί την πρωτοπορία του προλεταριάτου, που είναι ικανή να πάρει την εξουσία και να οδηγήσει όλο το λαό στο σοσιαλισμό, να κατευθύνει και να οργανώσει το νέο καθεστώς, να είναι ο δάσκαλος, ο καθοδηγητής, ο αρχηγός όλων των εργαζομένων κι εκμεταλλευομένων στην οργάνωση της κοινωνικής τους ζωής χωρίς την αστική τάξη και ενάντια στην αστική τάξη. Αντίθετα, στο εργατικό κόμμα ο κυρίαρχος σήμερα οπορτουνισμός διαπαιδαγωγεί τους εκπροσώπους των πιο καλοπληρωμένων εργατών που ξεκόβουν από τη μάζα, που «βολεύονται» υποφερτά στο κεφαλαιοκρα­τικό καθεστώς, πού πουλάνε τα πρωτοτόκια τους αντί πινακίου φακής, δηλαδή πού παραιτούνται από το ρόλο τον επαναστατών αρχηγών του λαού ενάντια στην αστική τάξη.

«Το κράτος, δηλαδή το οργανωμένο σε κυρίαρχη τάξη προλε­ταιριάτο», - αυτή η θεωρία του Μαρξ συνδέεται αδιάσπαστα με ολό­κληρη τη διδασκαλία του για τον επαναστατικό ρόλο του προλετα­ριάτου στην ιστορία. Η ολοκλήρωση αυτού του ρόλου είναι η πρo­λεταριακή δικτατορια, η πολιτική κυριαρχία του προλεταριάτου.

Αν όμως το προλεταριάτο χρειάζεται το κράτος, σαν ιδιαίτερη οργάνωση βίας ενάντια στην αστική τάξη, τότε από δω βγαίνει μόνο του το συμπέρασμα: είναι άραγε νοητή η δημιουργία μιας τέτοιας οργάνωσης χωρίς την προκαταβολική καταστροφή, χωρίς την συντριβή της κρατικής μηχανής, που δημιούργησε για τον εαυτό της η αστική τάξη; Σ' αυτό το συμπέρασμα μας οδηγεί άμεσα το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» και γι'αυτό το συμπέρασμα μιλάει ο Μαρξ, όταν συνοψίζει τα πορίσματα από την πείρα της επανάστασης του 1848 - 1851.

2. ΤΑ ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Σχετικά με το ζήτημα του κράτους, που μας ενδιαφέρει, ο Μαρξ συνοψίζει τα πορίσματα της επανάστασης του 1848 - 1851 στον ακόλουθο συλλογισμό του έργου του «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη»:

... «Η επανάσταση όμως είναι ριζική. Βρίσκεται ακό­μα στο ταξίδι της μέσα από το καθαρτήριο πυρ. Εκτελεί μεθοδικά το έργο της. Ως τις 2 του Δεκέμβρη 1851» (τη μέρα που ο, Λουδοβίκος Βοναπάρτης έκανε το πραξικόπημα του) «είχε τελειώσει τη μισή προπαρασκευαστική της δαυ­λιά και τώρα τελειώνει την άλλη μισή. Ολοκληρώνει πρώ­τα την κοινοβουλευτική εξουσία, για να μπορεί να την ανατρέψει. Και τώρα που το έχει κατορθώσει αυτό, ολοκλη­ρώνει την εκτελεστική εξουσία, την περιορίζει στην πιο κα­θαρή της έκφραση, την απομονώνει, τη βάζει απέναντι της σαν μοναδικό στόχο για να σνγκεντρώσει πάνω της όλες τις δυνάμεις καταστροφής» (η υπογράμμιση είναι δική μας). «Κι όταν θα έχει εκτελέσει το δεύτερο μισό της προπαρασκευαστικής της δουλιας, η Ευρώπη θ' αναπηδήσει από τη θέση της και θ' αλαλάξει: καλά έσκαψες, γερο - τυφλο­πόντικα!

Αυτή η εκτελεστική εξουσία, με την τεράστια γραφειo­κρατική και στρατιωτική οργάνωση της, με τον εκτεταμένο και τεχνητό κρατικό της μηχανισμό, με μια στρα­τιά από μισό εκατομμύριο υπαλλήλους, δίπλα σ' ένα στρα­τό από άλλο μισό εκατομμύριο, αυτό το τρομαχτικό παρα­σιτικό σώμα, που τυλίγεται σαν δίχτυ γύρω από το κορμί της γαλλικής κοινωνίας και φράζει όλους τους πόρους της, γεννήθηκε στις μέρες της απόλυτης μοναρχίας, τον καιρό της παρακμής του φεουδαρχικού καθεστώτος, και συνετέλεσε στην επιτάχυνση της παρακμής του». Η πρώτη γαλλική επανάσταση ανάπτυξε το συγκεντρωτισμό, «ταυτόχρονα όμως ανάπτυξε την έκταση, τις αρμοδιότητες και τους παραστάτες της κυβερνητικής εξουσίας. Ο Ναπολέων ολοκλήρωσε αυτή την κρατική μηχανή». Η νομιμόφρονη μοναρχία και η μοναρχία του Ιούλη «δεν προσθέσανε τίποτα σ' αυτή τη μηχανή, εκτός από ένα μεγαλύτερο καταμερι­σμό της εργασίας»...

... «Τέλος, η κοινοβουλευτική δημοκρατία στην πάλη της ενάντια στην επανάσταση βρέθηκε στην ανάγκη, μαζί με τα καταπιεστικά μέτρα, να ενισχύσει τους πόρους και το συγκεντρωτισμό της κυβερνητικής εξουσίας. Όλες οι ανα­τροπές τελειοποιούσαν αυτή τη μηχανή αντί να την τσακίσουν» (η υπογράμμιση είναι δι­κή μας). «Τα κόμματα, που αγωνίζονταν διαδοχικά για την εξουσία, θεωρούσαν την απόχτηση αυτού του τεράστιου κρατικού οικοδομήματος σαν την κυριότερη λεία του νικη­τή» («Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη», σελ. 98 - 99, 4η έκδ., Αμβούργο, 1907).

Με τον περίφημο αυτό συλλογισμό ο μαρξισμός κάνει ένα τεράστιο βήμα προς τα μπρος σε σύγκριση με το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο». Εκεί το ζήτημα του κράτους τίθεται ακόμα άκρως αφηρημένα, με τις πιο γενικές έννοιες και εκφράσεις. Εδώ το ζή­τημα τίθεται συγκεκριμένα, και το συμπέρασμα που βγαίνει είναι εξαιρετικά ακριβολογημένο, καθορισμένο, πραχτικά χειροπιαστό: όλες οι προηγούμενες επαναστάσεις τελειοποιούσαν την κρατική, μηχανή, ενώ πρέπει να σπάσει, να τσακιστεί.

Το συμπέρασμα τούτο είναι το κύριο, το βασικό στη διδα­σκαλία του μαρξισμού για το κράτος. Και αυτό ακριβώς το βασι­κό δεν έχει μόνο ολότελα λησμονηθεί από τα κυρίαρχα επίσημα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, μα και έχει άμεσα διαστρεβλωθεί (όπως θα δούμε πιο κάτω) από τον πιο επιφανή θεωρητικό της ΙΙ Διεθνούς Κ. Κάουτσκι.

Στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» συνοψίζονται τα γενικά πορίσματα της ιστορίας, που μας υποχρεώνουν να βλέπουμε στο κράτος ένα όργανο ταξικής κυριαρχίας και που οδηγούν υποχρεωτικά στο συμπέρασμα, πως το προλεταριάτο δεν μπορεί ν' ανατρέψει την αστική τάξη, χωρίς να καταχτήσει πρωτύτερα την πο­λιτική εξουσία, χωρίς ν' αποχτήσει την πολιτική κυριαρχία και να μετατρέψει το κράτος στο «οργανωμένο σαν κυρίαρχη τάξη, προλεταριάτο», και πως αυτό το προλεταριακό κράτος αμέσως μετά τη νίκη του θ' αρχίσει ν' απονεκρώνεται, γιατί σε μια κοι­νωνία δίχως ταξικές αντιθέσεις το κράτος δε χρειάζεται και δεν μπορεί να υπάρχει. Εδώ δεν τίθεται το ζήτημα τι λογής πρέπει - από την άποψη της ιστορικής εξέλιξης - να είναι αυτή η αντι­κατάσταση του αστικού κράτους από το προλεταριακό.

Αυτό το ζήτημα ο Μαρξ το θέτει και το λύνει μόνο το 1852. Πιστός στη φιλοσοφία του του διαλεκτικού υλισμού, ο Μαρξ παίρνει για βάση την ιστορική πείρα των μεγάλων χρόνων της επανάστασης του 1848- 1851. Και δω η διδασκαλία του Μαρξ - όπως πάντα - αποτελεί συνόψιση πείρας, φωτισμέ­νης με βαθιά φιλοσοφική κοσμοθεώρηση και πλούσια γνώση της Ιστορίας.

Το ζήτημα του κράτους τίθεται συγκεκριμένα : πώς γεννήθη­κε ιστορικά το αστικό κράτος, η απαραίτητη για την κυριαρχία της αστικής ταξης κρατική μηχανή; ποιες είναι οι αλλαγές της, ποια η εξέλιξη της στην πορεία των αστικών επαναστάσεων και μπροστά στις ανεξάρτητες εκδηλώσεις των καταπιεζόμενων τα­ξεων; ποια τα καθήκοντα του προλεταριάτου σε σχέση μ' αυτή την κρατική μηχανή;

Η συγκεντρωτική κρατική εξουσία, που χαρακτηρίζει την αστι­κή κοινωνία, εμφανίστηκε την εποχή της παρακμής του απολυταρ­χισμού. Δυο είναι οι πιο χαρακτηριστικοί γι' αυτή την κρατική μη­χανή θεσμοί: η υπαλληλοκρατία και ο μόνιμος στρατός. Στα έργα του Μαρξ και του Ένγκελς γίνεται πολλές φορές λόγος για το πώς χιλιάδες νήματα συνδέουν αυτούς τους θεσμούς ακριβώς με την αστική τάξη. Η πείρα του κάθε εργάτη διασαφηνίζει αυ­τό το δεσμό με εξαιρετικά παραστατικό και επιβλητικό τρόπο. Η εργατικη τάξη μαθαίνει πάνω στο πετσί της να διακρίνει αυτό το δεσμό - να γιατί κατανοεί τόσο εύκολα και αφομοιώνει τόσο γε­ρά την επιστήμη για το αναπόφευκτο αυτού του δεσμού, την επιστήμη, που οι μικροαστοί δημοκράτες είτε την αρνούνται από αμορφωσιά και επιπολαιότητα, είτε με ακόμα μεγαλύτερη επιπολαιότητα την παραδέχονται «γενικά», ξεχνώντας να βγαλουν τ' αντίστοιχα πραχτικά συμπεράσματα.

Η υπαλληλοκρατία και ο μόνιμος στρατός είναι ένα «παράσιτο» πάνω στο κορμί της αστικής κοινωνίας, παράσιτο, που γεν­νήθηκε από τις εσωτερικές αντιφασεις που σπαράζουν αυτή την κοινωνία, και συγκεκριμένα, παράσιτο, που «φράζει» τους ζωτι­κούς πόρους. Ο καουτσκικός οπορτουνισμός, που κυριαρχεί σή­μερα στην επίσημη σοσιαλδημοκρατία, θεωρεί σαν ειδικό και αποκλειστικό γνώρισμα του αναρχισμού την άποψη ότι το κράτος είναι παρασιτικός οργανισμός. Φυσικά αυτή η διαστρέβλωση του μαρξισμού συμφέρει εξαιρετικά στους μικροαστούς εκείνους, που έφεραν το σοσιαλισμό στο ανήκουστο αίσχος να δικαιολογεί και να εξωραΐζει τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, εφαρμόζοντας σ' αυτόν την έννοια της «υπεράσπισης της πατρίδας», ωστόσο όμως πρό­κειται για αναμφισβήτητη διαστρέβλωση.

Μέσα απ' όλες τις αστικές επαναστάσεις, που τόσο πολλές γνώρισε η Ευρώπη από τον καιρό της πτώσης της φεουδαρχίας, προχωρεί η εξέλιξη, η τελειοποίηση, το δυνάμωμα αυτού του υπαλληλοκρατικού και στρατιωτικού μηχανισμού. Ιδιαίτερα, ίσα - ίσα η μικροαστική τάξη είναι εκείνη που τραβιέται προς το μέρος της μεγαλοαστικής τάξης και σε σημαντικό βαθμό υποτάσσεται σ' αυτήν μέσω αυτού του μηχανισμού, που προσφέρει στ' ανώτερα στρώματα της αγροτιάς, των χειροτεχνών, των έμπορων κ.α. σχετικά βολικές, ήσυχες και τιμητικές θεσούλες, που τοπο­θέτουν τους κατόχους τους πάνω από το λαό. Πάρτε αυτό που έγινε στη Ρωσία μέσα σ' ένα εξάμηνο ύστερα από τις 27 του Φλεβάρη 1917: οι δημοσιοϋπαλληλικές θέσεις, που πρώτα δίνονταν κατά προτίμηση στους μαυροεκατονταρχίτες, έγιναν αντικείμενο λείας των καντέτων, των μενσεβίκων και των εσέρων. Στην ουσία δε σκέφτονται να κάνουν κανενός είδους σοβαρές μέταρυθ­μίσεις, που πάσχιζαν να τις αναβάλουν «ίσαμε τη Συντακτική Συνέλευση» - και τη Συντακτική Συνέλευση να την αναβάλουν λίγο-λίγο ίσαμε το τέλος του πολέμου. Δεν αργούσαν όμως και δεν περίμεναν καμιά Συντακτική Συνέλευση για το μοίρασμα της λείας, για την κατάληψη των θέσεων των υπουργών, των υφυπουργών, των γενικών διοικητών κλπ. κλπ.! Το παιχνίδι των συνδυασμών για τη σύνθεση της κυβέρνησης στην ουσία δεν εκφραζε παρά αυτό το μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα της «λείας», που γινόταν και από τα πάνω και από τα κάτω, σ' όλη τη χώρα, σ' ολόκληρη την κεντρική και τοπική διοίκηση. Το αποτέλεσμα, το αντικειμενικό αποτέλεσμα του εξαμήνου 27 του Φλεβάρη - 27 του Αυγούστου 1917 είναι αναμφισβήτητο: οι μεταρυθμίσεις αναβλήθηκαν, το μοίρασμα των δημοσιοϋπαλληλικών θέσεων έχει γίνει, και τα «λάθη» του μοιράσματος έχουν διορθωθεί με μερικά ξαναμοιράσματα.

Μα όσο πιο πολλά «ξαναμοιράσματα» γίνονται στον υπαλ­ληλοκρατικό μηχανισμό ανάμεσα στα διάφορα αστικά και μικροα­στικά κόμματα (ανάμεσα στους καντέτους, τους εσέρους και τους μενσεβίκους, για να πάρουμε το ρωσικό παράδειγμα), τόσο πιο φανερή γίνεται για τις καταπιεζόμενες τάξεις και για το προλε­ταριάτο, που βρίσκεται επικεφαλής τους, η ασυμφιλίωτη έχθρα τους προς όλη την αστική κανωνία. Από δω πηγάζει η ανάγκη για όλα τα αστικά κόμματα, ακόμα και για τα πιο δημοκρατι­κά, μαζί και για τα «επαναστατικά - δημοκρατικά», να δυναμώ­νουν τις καταπιέσεις εναντία στο επαναστατικό προλεταριάτο, να στεριώνουν τον καταπιεστικό μηχανισμό, δηλαδή την ίδια την κρατική μηχανή. Αυτή η πορεία των γεγονότων υποχρεώνει την επανάσταση «να συγκεντρώνει όλες τις δυνάμεις της καταστρο­φής» ενάντια στην κρατική εξουσία, την υποχρεώνει να βάλει καθήκον της όχι την καλυτέρευση της κρατικής μηχανής, μα τη συντριβή, την καταστροφή της.

Δεν είναι οι λογικοί συλλογισμοί, αλλά η πραγματική εξέλιξη των γεγονότων, η ζωντανή πείρα του 1848- 1851 πού οδή­γησαν στην τέτοια τοποθέτηση του προβλήματος. Πόσο αυστηρά κρατιέται ο Μαρξ στην πραγματική βάση της ιστορικής πείρας - φαίνεται από το γεγονός ότι το 1852 δε θέτει ακόμα συγκεκρι­μένα το ζήτημα με τι πρέπει ν' αντικατασταθεί αυτή η κρατι­κή μηχανή που πρόκειται να καταστραφεί. Η πείρα δεν πρόσφερ­νε ακόμα τότε στοιχεία για ένα τέτοιο πρόβλημα, που η ιστορία το έθεσε στην ημερήσια διάταξη αργότερα, το 1871. Το 1852 μπορούσε κανείς να διαπιστώσει με την ακρίβεια φυσικοίστορίκης παρατήρησης μόνον ότι η προλεταριακή επανάσταση πλησίασε άμεσα στο καθήκον «να συγκεντρώσει όλες τις δυνάμεις της καταστροφής» ενάντια στην κρατική εξουσία, στο καθήκον «να τσακίσει» την κρατική μηχανή.

Εδώ μπορεί να γεννηθεί το ερώτημα: είναι άραγε σωστή η γενίκευση της πείρας, των παρατηρήσεων και των συμπερασμαάτων του Μαρξ, η μεταφορά τους σε πεδίο πλατύτερο από την ιστορία της Γαλλίας στην τριετία 1848- 1851; Για να εξετάσουμε αυτό το ζήτημα θα θυμίσουμε πρώτα μια παρατήρηση του Ένγκελς και κατόπι θα περάσουμε στα πραγματικά δεδομένα.

... «Η Γαλλία - έγραφε ο Ένγκελς στον πρόλογο της 3ης έκδοσης της «18ης Μπρυμαίρ» - είναι η χώρα όπου περισσότερο από οπουδήποτε αλλού οι ιστορικοί ταξικοί αγώνες έφταναν κάθε φορά ως την αποφασιστική μάχη, όπου συνεπώς διαγράφονται με τον πιο ανάγλυφο τρόπο οι με­ταβαλλόμενες πολιτικές μορφές, που μέσα τους κινούνται οι ταξικοί αγώνες και όπου συνοψίζονται τ' αποτελέσματά τους. Κέντρο της φεουδαρχίας στο μεσαίωνα, υποδειγματι­κή χώρα της ενιαίας μοναρχίας των προνομιούχων τάξεων ύστερα από την Αναγέννηση, η Γαλλία τσάκισε στη μεγάλη επανάσταση το φεουδαρχισμό και εγκαθίδρυσε την κα­θαρή κυριαρχία της αστικής τάξης με τέτοια κλασική μορφή που δεν την έφτασε καμιά άλλη ευρωπαική χώρα. Και ο αγώνας του προλεταριάτου, που σηκώνει κεφάλι ενάντια στην κυρίαρχη αστική τάξη, εκδηλώνεται εδώ με τόσο οξεία μορ­φή, που είναι άγνωστη σε άλλες χώρες» (σελ. 4 της έκδ. του 1907).

Η τελευταία παρατήρηση έχει παλιώσει, εφόσον από το 1871 και δω σημειώθηκε μια διακοπή στον επαναστατικό αγώνα του γαλλικού προλεταριάτου, μ' όλο που, όσο μακρόχρονη κι αν είναι αυτή η διακοπή, δεν αποκλείει διόλου την πιθανότητα στην επικείμενη προλεταριακή επανάσταση η Γαλλία να δείξει πως είναι η κλασική χώρα της πάλης των τάξεων ίσαμε το αποφασιστικό τέλος.

Ας ρίξουμε όμως μια γενική ματιά στην ιστορία των προχωρημένων χωρών στα τέλη του ΧΙΧ και τις αρχές του ΧΧ αιώνα. Θα δούμε ότι συντελούνταν πιο αργά, πιο ποικιλόμορφα, πάνω σε πολύ πιο πλατιά κονίστρα το ίδιο προτσες: από τη μια μεριά, η συμπλήρωση της «κοινοβουλευτικής εξουσίας» τόσο στις δημοκρατικές χώρες (Γαλλία, Αμερική, Ελβετία), όσο και στις μοναρχικές (Αγγλία, Γερμανία ως ένα βαθμό, Ιταλία, Σκανδιναβικές χώρες κ.ά.), κι από την άλλη, η πάλη για την εξουσία των διάφορων αστικών και μικροαστικών κομμάτων, που μοιράζονταν και ξαναμοιράζονταν τη «λεία» των δημοσιουπαλληλικών θέσεων, χωρίς ν' αλλάζουν τα θεμέλια του αστικού καθεστώτος, τέλος, η τελειοποίηση και το δυνάμωμα της «εκτελεστικής εξου­σίας» του υπαλληλοκρατικού και στρατιωτικού μηχανισμού της.

Δε χωράει καμιά αμφιβολία πώς όλα αυτά είναι κοινά χα­ρακτηριστικά όλης της νεότερης εξέλιξης των κεφαλαιοκρατικών κρατών γενικά. Στα τρία χρόνια 1848 - 1851 η Γαλλία παρου­σίασε με γοργό, έντονο συγκεντρωτικό τρόπο τα ίδια προτσές εξέλιξης που χαρακτηρίζουν όλο τον κεφαλαιοκρατικό κόσμο.

Ιδίως ο ιμπεριαλισμός, η εποχή του τραπεζιτικού κεφαλαίου, η εποχή των γιγάντιων κεφαλαιοκρατικών μονοπωλίων, η εποχή της μετεξέλιξης του μονοπωλιακού καπιταλισμού σε κρατικό - μο­νοπωλιακό καπιταλισμό, παρουσιάζει ένα ασυνήθιστο δυνάμωμα της «κρατικής μηχανής», μιαν ανήκουστη αύξηση του υπαλληλοκρατικού και στρατιωτικού της μηχανισμού σε συνδυασμό με την ένταση των καταπιέσεων εναντία στο προλεταριάτο τόσο στις μοναρχικές, όσο και στις πιο ελεύθερες, δημοκρατικές χώρες.

Είναι αναμφισβήτητο ότι η παγκόσμια ιστορία πλησιάζει τώρα, σε ασύγκριτα μεγαλύτερη κλίμακα από το 1852, στη «συγκέντρωση όλων των δυνάμεων» της προλεταριακής επανάστασης για την «καταστροφή» της κρατικής μηχανής.

Με τι θα την αντικαταστήσει το προλεταριάτο, στο ζήτημα αυτό έδωσε διδαχτικότατο υλικό η Παρισινή Κομμούνα.

3. Η ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΑΡΞ ΤΟ 1852

Το 1907 ο Μέρινγκ δημοσίεψε στο περιοδικό «Neue Ζeit» (XXV, 2, 164) αποσπάσματα από γράμμα του Μαρξ στον Βαιντεμάγιερ με ημερομηνία 5 του Μάρτη 1852. Στο γράμμα αυτό περιέχεται, ανάμεσα στ' άλλα, και ο ακόλουθος αξιοσημείωτος συλλογισμός:

«Όσο για μένα, δε μου ανήκει ούτε η τιμή ότι εγώ ανακάλυψα την ύπαρξη των τάξεων στη σύγχρονη κοινωνία, ούτε η τιμή ότι εγώ ανακάλυψα την πάλη ανάμεσα τους. Πολύν καιρό πριν από μένα αστοί ιστορικοί είχαν περιγρά­ψει την ιστορική εξέλιξη αυτής της πάλης των τάξεων και αστοί οικονομολόγοι - την οικονομική ανατομία των τάξεων. Το καινούργιο πού έκαμα εγώ ήταν πως απόδειξα: 1) ότι η ύπαρξη των τάξεων συνδέεται απλώς με ορισμένες ιστορικές φάσεις εξέλιξης της παραγωγής (histοrische Entwicklungsphasen der Ρrοdυktiοn), 2) ότι η ταξική πά­λη οδηγεί αναγκαστικά στη διχτατορία του προλεταριάτου, 3) ότι αυτή η ίδια η δικτατορία αποτελεί απλώς το περα­σμα προς την κατάργηση όλων των τάξεων και προς μια αταξική κοινωνία»...

Στα λόγια τούτα ο Μαρξ κατόρθωσε να εκφράσει με κατα­πληχτική παραστατικότητα, πρώτα, το κύριο και το θεμελιακό που ξεχωρίζει τη διδασκαλία του από τη διδασκαλία των πρωτοπόρων και πιο βαθιών στοχαστών της αστικής τάξης, και δεύτερο, την ουσία της διδασκαλίας του για το κράτος.

Το κύριο στη διδασκαλία του Μαρξ είναι η ταξική πάλη. Έτσι λένε και γράφουν πολύ συχνά. Μα αυτό δεν είναι σωστό. Και το αποτέλεσμα απ' αυτή την ανακριβεια είναι σχεδόν πάντα μια οπορτουνιστική διαστρέβλωση του μαρξισμού, η νόθευση του, έτσι που να γίνεται παραδεχτός για την αστική τάξη. Γιατί η διδασκαλία για την ταξική πάλη δεν δημιουργήθηκε από τον Μαρξ αλλά από την αστική τάξη πριν από τον Μαρξ και, μιλώντας γενικά, είναι παραδεχτή για την αστική τάξη. Όποιος παραδέχεται μόνο την πάλη των τάξεων, δεν είναι ακόμα μαρξιστής, αυτός μπορεί ακόμα ναναι άνθρωπος που δε βγαίνει από τα πλαί­σια της αστικής σκέψης και της αστικής πολιτικής. Το να πε­ριορίζεις το μαρξισμό στη διδασκαλία για την πάλη των τάξεων - σημαίνει να κουτσουρέβεις το μαρξισμό, να τον διαστρεβλώνεις, να τον ανάγεις σε ό,τι είναι παραδεκτό για την αστική τάξη. Μαρξιστής είναι μόνο εκείνος που επεκτείνει την αναγνώριση τ ης πάλης των τάξεων ως την αναγνώριση της δικτατορίας του προ­λεταριάτου. Αυτού βρίσκεται η πιο βαθιά διαφορά του μαρξιστή από το μικρό (μα και μεγάλο) αστό της αράδας. Αυτή είναι η λυδία λίθος για την πραγματική κατανόηση και παραδοχή του μαρξισμού. Και δεν είναι παράξενο πως, όταν η ιστορία της Ευρώπης έφερε πραχτικά την εργατική τάξη μπροστά σ' αυτό το ζήτημα, όχι μόνο όλοι οι οπορτουνιστές και ρεφορμιστές, αλλά και όλοι οι «καουτσκιστές» (οι άνθρωποι που ταλαντεύονται ανα­μέσα στο ρεφορμισμό και το μαρξισμό) αποδείχτηκαν θλιβεροί φιλισταίοι και μικροαστοί δημοκράτες, που απαρνιούνται τη διχτα­τορία του προλεταριάτου. Η μπροσούρα του Κάουτσκι «Διχτατορία του προλεταριάτου», που βγήκε τον Αύγουστο του 1918, δηλαδή πολύ πιο ύστερα από την πρώτη έκδοση τούτου του βιβλίου, είναι πρότυπο μικροαστικής διαστρέβλωσης του μαρξισμού και ύπου­λης απάρνησής του στην πράξη, ενώ τον αναγνωρίζει υποκριτικά στα λόγια (βλ. τη μπροσούρα μου: «Η προλεταριακή επανάσταση κι ο αποστάτης Κάουτσκι», Πετρούπολη και Μόσχα 1918).

Ο σημερινός οπορτουνισμός στο πρόσωπο του κυριότερου εκπροσώπου του, του πρώην μαρξιστή Κ. Κάουτσκι, υπάγεται ολοκληρωτικά στο χαρακτηρισμό της αστικής θέσης που δίνεται από τον Μαρξ, γιατί ο οπορτουνισμός αυτός περιορίζει την περιοχή αναγνώρισης της ταξικής πάλης στην περιοχή των αστικών σχέσεων. (Σ' αυτή όμως την περιοχή, μέσα στα πλαίσια της, κανέ­νας μορφωμένος φιλελεύθερος δε θ' αρνηθεί «καταρχήν» να παραδεχτεί την ταξική πάλη!) Ο οπορτουνισμός δεν επεκτείνει την αναγνώριση της ταξικής πάλης ακριβώς ίσαμε το κυριότερο, ως την περίοδο του περάσματος από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό, ως την περίοδο της ανατροπήs της αστικής τάξης και της πλέριας εκμηδένισης της. Στην πραγματικότητα η περίοδος αυτή είναι αναπόφευκτα περίοδος μιας πρωτάκουστα σκληρής ταξικής πάλης, πρωτάκουστης οξύτητας των μορφών της, συνεπώς, και το κράτος αυτής της περιόδου πρέπει αναπόφευκτα να είναι κράτος με νέο τρόπο δημοκρατικό (για τους προλετάριους και τους φτωχούς γενικά) και με νέο τρόπο δικτατορικό (ενάντια στην αστική τάξη).

Παρακάτω. Την ουσία της διδασκαλίας του Μαρξ για το κράτος την αφομοίωσε μόνον όποιος κατάλαβε πως η δικτατορία μιας τάξης είναι αναγκαία όχι μόνο για κάθε ταξική κοινωνία γενικά, όχι μόνο για το προλεταριάτο, που έχει ανατρέψει την αστική τάξη, μα και για ολόκληρη την ιστορική περίοδο, πού χω­ρίζει τον καπιταλισμό από την «χωρις τάξεις κοινωνία», από τον κομμουνισμό. Οι μορφές των αστικών κρατών είναι εξαιρετικά πολυποίκιλες, μα η ουσία τους είναι μια: όλα αυτά τα κράτη έτσι είτε αλλιώς, μα σε τελευταία ανάλυση υποχρεωτικά, είναι δικτατορία της αστικής τάξης. Το πέρασμα από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό δεν μπορεί φυσικά να μη δόσει μια τεράστια αφθονία και ποικιλία πολιτικών μορφών, μα η ουσία εδώ θα είναι μια: δικτατορία του προλεταριάτου.

Προηγούμενο: Κεφάλαιο 1: Ταξική κοινωνία και κράτος

Επόμενο: Κεφάλαιο 3